Σεπόλια: Απαντήσεις για τις φήμες ότι εκδήλωσε τάσεις αυτοκτονίας λόγω εμπλοκής του στην υπόθεση και για όσα γνωρίζει για τη δράση του Ηλία Μίχου έδωσε ο πατήρ Νικόλαος, του Ιερού Ναού του Εσταυρωμένου.
Οργισμένος από τα δημοσιεύματα και τις φήμες που τον ήθελαν να έχει εμπλοκή στην υπόθεση του βιασμού και της εκπόρνευσης της 12χρονης από τον Ηλία Μίχο, παρουσιάστηκε ο πατήρ Νικόλαος. Ο ιερέας του Ιερού Ναού Εσταυρωμένου, όπου ο 53χρονος κατηγορούμενος είχε προσπαθήσει να αναπτύξει σχέσεις χτίζοντας ένα προφίλ ανθρώπου υπεράνω πάσης υποψίας, ήταν λάβρος λέγοντας πως «βιαζόμαστε κι εμείς με όλα αυτά που λέγονται».
Μάλιστα, ζήτησε από τον Τύπο να αφήσουν ήσυχο τόσο τον ίδιο όσο και την οικογένειά του. Ο πατήρ Νικόλαος ενημέρωσε πως ήδη έχει κινηθεί νομικά για όσα ψευδώς αναφέρθηκαν για το άτομό του, ενώ εξήγησε και τις σχέσεις που είχε με τον Ηλία Μίχο.
Όπως εξήγησε δεν τον γνώριζε και είχε ελάχιστες συναντήσεις μαζί του, ενώ ανέφερε ότι σε περίπτωση που υπάρχει εμπλοκή άλλου ιερέα, όπως φημολογείται, ο ίδιος ανέφερε πως πρέπει να πάει «στο πυρ το εξώτερον» ενώ ζήτησε την άμεση καταδίκη του, όπως πρέπει να συμβεί με τον Ηλία Μίχο τον οποίο χαρακτήρισε ως εγκληματία. «Ο Θεός να φυλάει, είμαι πατέρας δύο παιδιών και έχω τρία εγγόνια», είπε χαρακτηριστικά όταν ρωτήθηκε για πιθανή εμπλοκή του στην υπόθεση.
«Από χθες διατείνεται πως είχα τάσεις αυτοκτονίας. Μετά ακούστηκε πως πήγα σε νοσοκομείο γιατί λιποθύμησα. Εσφαλμένα όλα αυτά, κακώς γίνονται. Βεβαίως καταδικάζουμε αυτή την ελεεινή ενέργεια που έγινε εκ μέρους του συγκεκριμένου. Δεν θα πω ούτε το όνομά του γιατί ανατριχιάζω. Να θυμάστε ότι κι εμείς έχουμε οικογένειες. Θα ήθελα να παρακαλέσω τα ΜΜΕ να μας αφήσουν ήσυχους και εμάς και τις οικογένειές μας. Είναι ντροπή αυτό που γίνεται», είπε αρχικά.
«Γνωρίζαμε τον Μίχο περίπου δύο με τρία χρόνια. Τον συναντούσαμε τρεις με τέσσερις φορές τον χρόνο, αυστηρώς. Αυτό όταν εόρταζε ο ναός, Μεγάλη Εβδομάδα όταν ερχόταν ο κόσμος κι ερχόταν κι αυτός για να χτίσει ένα προφίλ. Δύο φορές που συναντηθήκαμε στη γιορτή του φέτος, στις 20 Ιουλίου, έξω από το μαγαζί του ήμασταν περίπου 40 άνθρωποι. Μας κάλεσε γιατί προφανώς ήθελε να χτίσει αυτό το προφίλ. Εγώ πήγα γιατί ένιωσα υποχρέωση απέναντί του, επειδή κατά καιρούς βοηθούσε τον ιερό ναό με κάποια προϊόντα καθαριστικά», πρόσθεσε.
Όσο για το τι γνωρίζει για την υπόθεση, απάντησε: «Δεν γνωρίζω τίποτα περισσότερο. Δεν γνωρίζω την οικογένεια. Δεν γνωρίζω το κοριτσάκι που βιάστηκε κυρίως ψυχικά, και εύχομαι να βοηθήσουμε όλοι ώστε κάποια στιγμή να αποκατασταθεί το παιδί. Όσο μπορούμε να βοηθήσουμε. Βλέπω ότι γίνεται ένας διασυρμός εν αδίκω γύρω από εμάς, κάτι που δεν θα έπρεπε να γίνεται».
«Ο Θεός να μας φυλάει. Είμαι πατέρας δύο παιδιών και έχω τρία εγγόνια. Είναι ντροπή αυτό το πράγμα», ήταν η αντίδρασή του σε όσα γράφτηκαν για πιθανή εμπλοκή του στην υπόθεση.
«Ας αφήσουμε την Αστυνομία να κάνει τη δουλειά της, εμάς δεν μας έχει ενοχλήσει κανείς και ούτε μας έχει χρεώσει κάτι. Αυτό που μου χρέωσαν είναι ότι εχθές προσπάθησα να αυτοκτονήσω και ότι λιποθύμησα και ότι εισήχθη σε ένα νοσοκομείο. Μάλιστα είπαν ότι με πήγε η αδερφή μου. Έχω να σας πω ότι καμία από τις αδερφές μου δεν είναι εδώ. Χθες είχα αγιασμό σε μια εταιρία εδώ στην περιοχή, με είδαν 100 άνθρωποι. Γύρισα στο γραφείο μου, έκατσα μια ώρα και έφυγα και πήγα στο σπίτι μου στην Κινέττα διότι εκεί είχα κάποιες υποχρεώσεις. Από εκείνη την ώρα με έπαιρναν φίλοι και συγγενείς να ρωτήσουν αν είμαι καλά. Αυτό είναι αίσχος. Αυτό δεν είναι βιασμός; Να γίνεται σε έναν άνθρωπο, από τη στιγμή που δεν έχω καμία συμμετοχή;», είπε στη συνέχεια.
Σε ερώτηση για τις φωτογραφίες με τον Ηλία Μίχο, απάντησε: «Καλό μου παιδί, δεν είχα μόνο εγώ φωτογραφίες. Ο κύριος αυτός είχε φωτογραφηθεί με όλο τον Κολωνό. Δεν βλέπω να τρέχουν αλλού τα μέσα ενημέρωσης. Σε εμένα έρχονται, στοχεύουν τον Ναό. Γιατί βιάζουν τη δική μου ιδιωτικότητα και την οικογένειά μου; Εγώ έχω τρία εγγόνια. Τα δύο από αυτά ξεκίνησαν σχολείο προχθές. Θα μπορούσα να είμαι εκεί σαν παππούς, να χαίρομαι τα εγγόνια μου στις πρώτες ημέρες του σχολείου τους. Και κάθομαι και ασχολούμαι με έναν ανόητο, έναν εγκληματία, έναν άνθρωπο άκρως παραβατικό. Για ποιο λόγο; Γιατί μας έδωσε κάποια απορρυπαντικά, μια φορά το μήνα και ένιωσα υποχρέωση να βρεθώ στο μαγαζί του με άλλους 60 ανθρώπους; Δεν ήταν φίλους μου, δεν μοιραζόμουν τίποτα μαζί του, δεν είχαμε καμία τηλεφωνική επικοινωνία ποτέ. Μια φορά στις τόσες όταν επρόκειτο να με καλέσει, κι αν θα πήγαινα. Και δεν πήγαινα. Δύο φορές έτυχε να πάω, όταν και έβγαλε τις φωτογραφίες. Η μία ήταν στο μαγαζί του και μία την Πέμπτη το βράδυ, και την Παρασκευή τον συνέλαβαν. Δεν τον γνωρίζω τον άνθρωπο. Ούτε την οικογένειά του. Με τη γυναίκα του είχα κάποιες σχέσεις γιατί ήταν αντιπρόεδρος στο δημοτικό διαμέρισμα εδώ της περιοχής μας. Αυτές οι σχέσεις ήταν άκρως τυπικές, στα πλαίσια των ενοριακών μας υποχρεώσεων».
«Εγώ έχω ήδη στείλει εξώδικα. Δεν κρύβομαι από κανέναν. Ο δικηγόρος μου έχει στείλει ήδη εξώδικα εκεί που έπρεπε να στείλει και ας μας εξηγήσουν πως υποστηρίζουν ότι εγώ προσπάθησα να αυτοκτονήσω. Ας αποδείξουν ότι εγώ εισήχθη σε νοσοκομείο και να δούμε τι έχει να μας πει και η Δικαιοσύνη», είπε στη συνέχεια.
Σχετικά με το αν θεωρεί πως υπήρχε στην περιοχή ολόκληρο κύκλωμα, απάντησε ότι «Κύκλωμα είναι. Είμαι βέβαιος. Μπορώ να σας πω ότι στην πλατεία του Εσταυρωμένου και σε αυτή του κολυμβητηρίου, γίνεται διακίνηση ναρκωτικών. Το βλέπουμε, έχουμε αντιδράσει, έχουμε ενοχλήσει το αστυνομικό τμήμα και έχει ανταποκριθεί για να είμαστε ειλικρινείς και δίκαιοι. Αυτό το κύκλωμα του Μίχου δεν το είχαμε πάρει είδηση. Αν το είχαμε πάρει είδηση, θα το είχαμε βγάλει στον αέρα εμείς πολύ πιο πριν από εσάς. Δεν υπήρχε περίπτωση. Προφανώς και κρύβονταν καλά. Θα το είχαμε καταλάβει. Εγώ δεν είχα σχέση μαζί του».
Για το αν είχε παρατηρήσει κι άλλα παιδιά να μπαίνουν στο μαγαζί του Μίχου, είπε «Τα ακούω από εσάς. Δεν τον είδα, δεν τα ξέρω τα παιδιά. Δεν πέρασα ποτέ από το μαγαζί του για να ξέρω τι γινόταν εκεί κατά τη διάρκεια της ημέρας».
Τέλος, σχολίασε: «Είμαι βέβαιος ότι παρακολουθούσαν την περιοχή εδώ και καιρό. Σαφέστατα. Να αφήσουμε την Αστυνομία να κάνει τη δουλειά της. Αν υπάρχει ιερεύς, να καεί στο πυρ το εξώτερον. Να δικαστεί και να καταδικαστεί και για το έγκλημα αν το διέπραξε και γιατί εργαλειοποίησε την εκκλησία. Όπως έκανε και ο Μίχος. Εμείς σαν ιερείς δεν πρέπει να βλέπουμε τον κόσμο με περιέργεια και μνησικακία. Με υποψίες «είναι δεν είναι». Πρέπει να αγαπάει και να αγκαλιάζει τον κόσμο ο ιερέας, γιατί δεν ξέρουμε ποιος είναι αυτός που έρχεται και μας βρίσκει. Όταν μάθουμε, τον στέλνουμε εκεί που πρέπει».