Τα ποσά που ανακοίνωσε η κυβέρνηση ως “επιδότηση” δεν καλύπτουν ούτε ένα μικρό μέρος των τεράστιων αυξήσεων στα καύσιμα, που είναι το αποτέλεσμα αφενός των υπέρογκων φόρων κατανάλωσης (πάνω από 1,2 ευρώ ανά λίτρο), που επέβαλαν και διατήρησαν όλες οι κυβερνήσεις, αφετέρου των υπερκερδών που έχουν οι όμιλοι στην παράγωγη – διύλιση – εμπορία καυσίμων, εκμεταλλευόμενοι και τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Ακόμη και με αυτήν την επιδότηση και μάλιστα για χαμηλές καταναλώσεις η τιμή της βενζίνης θα διαμορφωθεί έμμεσα σε επίπεδα πάνω από 2 ευρώ το λίτρο. Πρόκειται για ένα εξωφρενικό ποσό που ξετινάζει τον προϋπολογισμό των λαϊκών νοικοκυριών, τα οποία έρχονται αντιμέτωπα με ένα “τσουνάμι” ακρίβειας σε όλα τα είδη λαϊκής κατανάλωσης.
Η απάντηση της κυβέρνησης στο αίτημα του ΚΚΕ για κατάργηση των φόρων στα καύσιμα και την ενέργεια, ότι δήθεν “με αυτόν τον τρόπο ευνοούνται οι πλούσιοι”, είναι “προφάσεις εν αμαρτίαις”, όταν η ίδια η κυβέρνηση μειώνει σταθερά τη φορολογία στο κεφάλαιο και τα κέρδη του.
Μόνο η κατάργηση των αντιλαϊκών φόρων και οι ουσιαστικές αυξήσεις στους μισθούς και τις συντάξεις μπορούν να δώσουν ανάσα στη σημερινή ασφυξία και σε αυτή την κατεύθυνση χρειάζεται να δυναμώσει η λαϊκή διεκδίκηση. Ουσιαστικά αυτή την παρέμβαση του λαού προσπαθεί να αποφύγει η κυβέρνηση, γι’ αυτό και καταφεύγει σε συστάσεις για μια “προεκλογική περίοδο χωρίς εντάσεις κι αντιπαραθέσεις”, που τελικά θα εξαντλείται στις γνωστές “κοκορομαχίες” ανάμεσα στα αστικά κόμματα, που μοιράζονται την ίδια στρατηγική.