«Δε χάνεται η ζωή τόσο εύκολα». Με την φράση αυτή έκλεισε την ομιλία του ο Δήμαρχος Ιωαννίνων Μωυσής Ελισάφ εγκαινιάζοντας την έκθεση «Τα Γιάννενα στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο» που φιλοξενείται στη Δημοτική Πινακοθήκη.
Η έκθεση αποτελεί ένα ακόμη βήμα στη συνεργασία του Δήμου Ιωαννιτών με το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τράπεζας, γεγονός για το οποίο ο δήμαρχος ευχαρίστησε ιδιαίτερα τον Διευθυντή του Διονύση Καψάλη.
Η έκθεση συμπίπτει με τα είκοσι χρόνια λειτουργίας της Δημοτικής Πινακοθήκης η οποία αποτελεί κόσμημα για τα Γιάννενα.
Tο φωτογραφικό και αρχειακό υλικό « Tα Γιάννενα στον A ΄ Bαλκανικό Πόλεμο» προέρχεται από το Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο και το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τραπέζης καθώς και από τη Συλλογή Φωτογραφιών Βαλκανικών Πολέμων του Βίκτωρα Θ. Μελά, η οποία απόκειται στο Μορφωτικό Ίδρυμα Ενικής Τραπέζης και θα φιλοξενείται μέχρι τις 22 Μαρτίου.
Οι φωτογραφίες τις έκθεσης αποτυπώνουν την πορεία προς το μέτωπο της Ηπείρου, τις σπουδαιότερες μάχες, τους πρωταγωνιστές της νίκης και βέβαια την παράδοση των Ιωαννίνων. Πολλές από αυτές τις λήψεις – που έγιναν από φωτογράφους οι ο οποίοι συνόδευαν τον ελληνικό στρατό στο μέτωπο της Ηπείρου και κατέγραψαν τον πόλεμο σε όλες του τις φάσεις– δημοσιεύτηκαν στον καθημερινό και περιοδικό τύπο εποχής και αρκετές που σώθηκαν σε επιστολικά δελτάρια.
Οι περισσότερες φέρουν την υπογραφή του επαγγελματία φωτογράφου Αριστοτέλη Ρωμαΐδη και του Γερμανού συνεταίρου του Τσάιτς (Ζeitz). Παρουσιάζεται επίσης και μικρό δείγμα της δουλειάς του Ελβετού φωτογράφου Φρεντερίκ Μπουασσοννά, ο οποίος μαζί με τον Ντανιέλ Μπω-Μποβύ περιόδευσε στην Ήπειρο με εντολή της ελληνικής κυβέρνησης και φωτογράφισε τις “νέες” περιοχές του ελληνικού κράτους.
Το αρχειακό υλικό της έκθεσης- εφημερίδες, περιοδικά, επιστολές στρατιωτικών και επιστολικά δελτάρια της εποχής-αποτυπώνει τον ενθουσιασμό για τον νικηφόρο πόλεμο και για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων.
«Τα μουσεία, οι πινακοθήκες, αλλά και οι περιοδικές εκθέσεις τους, ενώ από τη μία πλευρά παραμένουν πιστοί θεματοφύλακες του παρελθόντος, που μπορούν να κινητοποιήσουν τον ψυχισμό του επισκέπτη σε μια σωτήρια και οφειλόμενη αναδρομή, από την άλλη παρακινούν τη σκέψη για δράση στο πλαίσιο των νέων δεδομένων. Γίνονται, δηλαδή, εξωστρεφείς μηχανισμοί που συνδιαλέγονται με το κοινό. Προφανώς αρχικά σε έναν μουσειακό μονόλογο, όπως αυτός γίνεται μεταξύ του επισκέπτη και των εκθεμάτων. Στη συνέχεια, όμως, ο εμπλουτισμένος από το παρελθόν λόγος διαχέεται οριζόντια στο ευρύτερο κοινό. Παρακινεί και παρωθεί, ενισχύει τις ανθρώπινες αισθήσεις, καλλιεργεί την ευαισθησία και το σημαντικότερο, καθώς αφηγείται δημιουργεί νέες κοινωνικές συνάψεις που δεν τις έχουμε φανταστεί. Θα έλεγα η υπόμνηση της κοινής αφετηρίας, που μας παρέχει μια έκθεση, συμβάλλει στην ίδια τη δική μας κοινωνικοποίηση.
Μια έκθεση μπορεί να γίνει ένας ζωντανός οργανισμός, ανοιχτός σε όλους και μάλιστα χωρίς καμιά άλλη κοινωνική, πολιτική ή πολιτιστική διάκριση. Να γίνει, δηλαδή, ένας τόπος κοινωνικής όσμωσης, εκπαίδευσης και διαλόγου. Και μάλιστα και ενός «διαλόγου» του άλλοτε με το τώρα. Αλλά, καθώς αυτή η αναδρομή διεγείρει την έμπνευση, διευρύνει την οπτική μας και, θα λέγαμε, μέσα από τη νέα και εμπλουτισμένη αυτή οπτική διευρύνεται και η οπτική προς την κατεύθυνση του μέλλοντος», ανέφερε στην ομιλία του ο δήμαρχος Ιωαννίνων.
Ο κ. Καψάλης από την πλευρά του ευχαρίστησε το Δήμο Ιωαννιτών, την Δημοτική Πινακοθήκη αλλά και τους συνεργάτες του στο Μορφωτικό Ίδρυμα για την συγκέντρωση και την επιμέλεια του αρχειακού υλικού.